τετραούγκιον

τετραούγκιον
τετρᾰ-ούγκιον, =
A triens (i.e. coin offour unciae, Cod.Just.6.4.4.16, al., Gloss.; cf. τετρούγκιον.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • τετραούγκιον — και τετραούγγιον και τετρούγκιον, τὸ, ΜΑ 1. το ένα τριτημόριο 2. νόμισμα τεσσάρων ουγγιών. [ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α) * + οὐγγία / οὐγκία] …   Dictionary of Greek

  • τετρ(α)- — ΝΜΑ, και βοιωτ. τ. πετρα και θεσσαλ. τ. πετρο , Α α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, το οποίο ανάγεται στο αριθμητικό τέσσερεις (για τη μορφή βλ. λ. τέσσερεις) και σημαίνει ότι αυτό που δηλώνει το β συνθετικό είναι,… …   Dictionary of Greek

  • τετρούγκιον — τὸ, Α βλ. τετραούγκιον …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”